Διαμελισμός της Τουρκίας




Αν στήν εποχή τής άκμής της ύπήρχαν πολλαπλές άντισταθμίσεις του μειονεκτήματος αυτού, στήν περίοδο τής παρακμής της ή οργανική αδυναμία τής ιθαγενούς άρχουσας τάξης, πού σήμαινε ταυτόχρονα καί οργανική αδυναμία του κράτους ολόκληρου, έχει ώς εύλογο αποτέλεσμα τήν μετατροπή του σέ αφύλακτο χώρο, όπου οί Μεγάλες Δυνάμεις μπορούν νά ελίσσονται ή καί νά υπαγορεύουν τις βουλήσεις τους χωρίς νά συναντούν ουσιαστική αντίσταση· ή Τουρκία στέκει έτσι στά πόδια της περισσότερο γιατί οί ξένες επιρροές ισορροπούν, παροδικά τουλάχιστον, μεταξύ τους κι άλληλοεξουδετερώνονται, παρά γιατί είναι ή ίδια σέ θέση νά τις αντιμετωπίσει απευθείας.

Ή εγγενής αδυναμία τού τουρκικού κοινωνικού καθεστώτος νά ξεπεράσει τήν «ήμι ασιατική» ή «ήμι βάρβαρη» κατάσταση δέν μένει δίχως συνέπειες γιά τήν Τουρκία ώς δύναμη εξαναγκασμένη ήδη άπό τήν θέση καί τήν έκτασή της νά συμμετέχει ενεργά στό παιγνίδι τών κάθε είδους διεθνών ανταγωνισμών.

Γενικά μπορεί νά λεχθεί ότι ό χαρακτήρας τής ιθαγενούς στρατιωτικοπολιτικής αφρόκρεμας δέν τής επιτρέπει ν' αντεπεξέλθει στίς απαιτήσεις τού παιγνιδιού αυτού. Γι' αυτό άλλωστε κι εξαρχής ή Τουρκία χρειάζεται νά καταφύγει συστηματικά κι αδιάκοπα στίς διπλωματικές, αλλά καί στρατιωτικές υπηρεσίες αλλοφύλων, αλλοθρήσκων ή εξωμοτών.

Ερχόμαστε τώρα σε ένα άλλο θεμελιώδες δομικό γνώρισμα τού τουρκικού κράτους, τό όποιο επιβεβαιώνει τόν γενικό χαρακτήρα του ώς ανατολικής δεσποτείας καί τό άντιδιαστέλλει δραστικά από τό σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος.

Πρόκειται γιά τήν ενότητα Κράτους καί 'Εκκλησίας, Πολιτικής καί Θρησκείας, Δημόσιου καί Ιδιωτικού, ή οποία επιτάσσεται άπό τό Κοράνι κι αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο τής κοινωνικής ζωής τής μουσουλμανικής Τουρκίας, αντίθετα άπό ότι ισχύει στήν Δύση, όπου μετά άπό μακρά διαδικασία ή 'Εκκλησία χωρίστηκε από τό Κράτος κι έπαψε νά επηρεάζει αποφασιστικά τίς πολιτικές επιλογές του, ένώ συνάμα χωρίστηκε ή ηθικότητα άπό τήν νομιμότητα, δηλαδή τό θέμα τών ιδιωτικών κοσμοθεωρητικών πεποιθήσεων τού κάθε πολίτη από το θέμα τής δημόσιας διαγωγής του.

Δέν φαίνεται λοιπόν διόλου παράδοξο τό ότι τό μουσουλμανικό ιερατείο, οί μουσουλμάνοι ίεροδιδάσκαλοι, ίεροφοιτητές καί νομοδιδάσκαλοι αποτελούν τούς φανατικότερους φορείς τού τουρκικού εθνικισμού* μάλιστα θεωρείται δυνατή η εμφάνιση ένός μουσουλμανικού πουριτανισμού, δηλαδή ένός πολιτικού κινήματος στηριγμένου στό Κοράνι, κι άπό τήν επικράτηση του προσδοκά μιά δυναμικότερη εξωτερική πολιτική στρεφόμενη πρωταρχικά εναντίον τής Ρωσσίας, αλλά καί εναντίον τών Δυτικών Δυνάμεων στόν βαθμό πού αύτές θεωρούνταν είτε ώς τροχοπέδη στήν πάλη εναντίον τής Ρωσσίας είτε ώς συνυποψήφιες γιά τήν κάρπωση ωφελημάτων άπό τόν διαμελισμό τής Τουρκίας.


Post a Comment

0 Comments